Υποβρύχια τομή στο ναυάγιο του Ελγιν
Από τη Δάφνη Κοντοδήμα "ΤΑ ΝΕΑ" 9/8/2011
Διακόσια και πλέον χρόνια το ναυάγιο του πλοίου «Μέντωρ» δίνει τροφή στις ελπίδες των αρχαιολόγων ότι κάπου εκεί, στα σκεπασμένα από την άμμο συντρίμμια του, βρίσκονται θραύσματα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Οι υποβρύχιες έρευνες - η πιο πρόσφατη έγινε πριν από έναν μήνα - δεν το επιβεβαιώνουν.
Οι ελπίδες ωστόσο προέρχονται από το γεγονός ότι πρόκειται για το δικάταρτο μπρίκι στο οποίο ο λόρδος Ελγιν φόρτωσε τον Σεπτέμβριο του 1802 τα Γλυπτά που αφαίρεσε από τον Παρθενώνα, με σκοπό να τα μεταφέρει στη Βρετανία.
Οι θησαυροί αυτοί του ελληνικού πολιτισμού πριν φτάσουν στο Βρετανικό Μουσείο, έμειναν για δυόμισι χρόνια στον βυθό των Κυθήρων.
Η περιπέτειά τους ξεκίνησε όταν το «Μέντωρ» απέπλευσε από τον Πειραιά για τη Μάλτα. Εκεί, το πολύτιμο φορτίο θα μεταφερόταν σε άλλο πλοίο με τελικό προορισμό τη Βρετανία. Στα αμπάρια του υπήρχαν 17 κιβώτια που περιείχαν τμήματα της ζωφόρου του Παρθενώνα, ανάγλυφα του Ναού της Απτέρου Νίκης, μεμονωμένα τμήματα αγαλμάτων και σφονδύλους από κολόνες.
Οι δυνατοί άνεμοι παρέσυραν το πλοίο στα βράχια με αποτέλεσμα να βρεθεί στον βυθό νοτιοανατολικά των Κυθήρων, στην είσοδο του λιμανιού του Αβλέμονα, χωρίς να υπάρξουν θύματα.
Μαζί του «ναυάγησαν», τουλάχιστον προσωρινά, και τα σχέδια του Ελγιν για την άμεση μεταφορά των κιβωτίων. Ετσι, με τη βοήθεια του καπετάνιου αναζήτησε σφουγγαράδες για την ανέλκυση του πολύτιμου φορτίου.
Τα επόμενα δυόμισι χρόνια οι σφουγγαράδες έπεφταν στα βαθιά κρατώντας την ανάσα τους ώστε να ανασύρουν τη λεία του λόρδου Ελγιν. Τα κιβώτια φορτώθηκαν σε άλλα πλοία και μεταφέρθηκαν σε αποθήκες του Λονδίνου καθώς ο λόρδος Ελγιν είχε χάσει την περιουσία του εξαιτίας των τεράστιων ποσών που δαπάνησε για τη μεταφορά των Γλυπτών και τις δωροδοκίες στους τούρκους αξιωματούχους και ήταν αδύνατο να τα στεγάσει σε δικό του χώρο. Τα Γλυπτά μεταφέρθηκαν εντέλει το 1816 στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα.
Σε αναζήτηση του μυθικού ναυαγίου πραγματοποιήθηκαν ουκ ολίγες έρευνες στην περιοχή (που κηρύχθηκε προστατευόμενη το 2005). Από το... παζάρι δεν έλειψε ούτε η αλεπού που λεγόταν Ζακ-Ιβ Κουστό (1975). Ωστόσο ο διάσημος γάλλος ωκεανογράφος δεν κατάφερε να εντοπίσει το ναυάγιο. Το κατάφερε το 1980 μια ομάδα αρχαιολόγων του Ινστιτούτου Ενάλιων Αρχαιολογικών Ερευνών, που το εντόπισε σε βάθος 22 μέτρων.
Η ομάδα ήλπιζε πως θα ανασύρει όσα οι δύτες δεν είχαν καταφέρει καθώς ο χρόνος παραμονής τους στον βυθό ήταν ελάχιστος. Οπως για παράδειγμα παπύρους με ιερογλυφική γραφή, που πιστεύεται ότι επίσης μετέφερε το πλοίο.
Ο αρχαιολόγος δρ Δημήτρης Κουρκουμέλης έκανε την πρώτη του βουτιά στο ιστορικό ναυάγιο το 2009, με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, για να φωτογραφίσει την περιοχή και να διαπιστώσει την κατάσταση του πλοίου.
Ανέσυρε πιατικά, γυαλικά, βόλια καθώς και έναν σχιστόλιθο με αποτυπωμένο το απολίθωμα ενός ψαριού που ενδεχομένως ανήκει σε συλλογή του Ελγιν.
Φέτος επανήλθε στο ναυάγιο για να κάνει ακόμη μία έρευνα με τη μέθοδο του αναρροφητήρα, από 6 έως 15 Ιουλίου, από κοινού με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και με χρηματοδότηση από το αυστραλιανό Ιδρυμα Kytherian Research Group.
Η έρευνα επικεντρώθηκε στην πρύμνη του ναυαγίου όπου είχε εντοπιστεί το απολίθωμα του ψαριού, με την ελπίδα να βρεθούν και άλλα αντικείμενα των συλλογών του Ελγιν. Ανάμεσα στις πέτρες του έρματος βρέθηκαν και δύο αργυρά νομίσματα του 4ου ή 5ου αι. π.Χ. - το ένα προέρχεται από τη Χαλκίδα - και ένα χάλκινο των ρωμαϊκών χρόνων.
«Το πλοίο δεν καταστράφηκε αμέσως μετά το ναυάγιο γι' αυτό και δεν ήταν δύσκολο για τους συνεργάτες του Ελγιν να εντοπίσουν και να ανασύρουν ολόκληρο το φορτίο. Γι' αυτό και δεν ελπίζουμε ότι θα βρεθούν Γλυπτά», λέει στα «ΝΕΑ» ο αρχαιολόγος δύτης Δημήτρης Κουρκουμέλης.
Ανελκύστηκαν ακόμη σκεύη διαφόρων τύπων (γυάλινα, πήλινα ή πορσελάνινα), αλλά και οπλισμός όπως δύο πιστόλες, η διακόσμηση του κοντακίου ενός τουφεκιού, βόλια τριών διαφορετικών διαμετρημάτων, λίθινα τσακμάκια για τα όπλα, μία οβίδα μικρού κανονιού. Βρέθηκαν επίσης όργανα ναυσιπλοΐας, μια μικρή πυξίδα χειρός με χρυσή αλυσίδα και η πυξίδα του πλοίου.
«Το ναυάγιο είναι μέγιστης σημασίας για τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ τα αντικείμενά του παρέχουν πληροφορίες για το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα σε μια ταραγμένη ιστορική περίοδο για την Ανατολική Μεσόγειο», σχολιάζει ο επικεφαλής της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας.
Ο χάλκινος πυγμάχος
της Μαίρης Αδαμοπούλου "ΤΑ ΝΕΑ" 8/8/2011
Η μύτη του έχει παραμορφωθεί από τα χτυπήματα. Τα αυτιά του και τα οστά του προσώπου του είναι κι αυτά παραμορφωμένα. Στο κεφάλι του διακρίνονται λιγοστά ίχνη από έναν κότινο, το στεφάνι ελιάς _ έπαθλο των νικητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η ταυτότητά του μπορεί να μην είναι γνωστή με βεβαιότητα, η ιδιότητά του όμως είναι σαφής. Το χάλκινο κεφάλι από το ανδρικό άγαλμα φυσικών διαστάσεων που είχε ανατεθεί στο Ιερό του Διός στην Ολυμπία _ και σήμερα βρίσκεται στο ισόγειο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου _ ανήκε σε έναν νικητή μεν, ταλαιπωρημένο όμως από τους αγώνες πυγμάχο και χρονολογείται στο 330-320 π.Χ.
Οι ρυτίδες στις άκρες των ματιών _ ήταν ένθετα και έχουν χαθεί _ και στο μέτωπο ενισχύουν το σοβαρό ύφος του άνδρα και την κούραση που έχει υποστεί ύστερα από πολλά χρόνια προπονήσεων και αγώνων. Το στόμα του είναι μισάνοιχτο για να ανασαίνει ευκολότερα. Τα χείλη του είναι και αυτά ένθετα. Στο κεφάλι αν προσέξει κάποιος θα δει το στέλεχος και τους λιγοστούς μίσχους ελιάς από το στεφάνι που προστέθηκαν μετά τη χύτευση του αγάλματος.
Γιατί όμως τούτος ο πυγμάχος έμεινε στην αιωνιότητα μέσω ενός σπάνιου πορτρέτου για την αρχαία ελληνική τέχνη; Διότι σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστοριογράφο Πλίνιο η ακριβής απόδοση των χαρακτηριστικών γινόταν σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις. Πορτρέτα δηλαδή αποκτούσαν μόνο όσοι είχαν αποδειχθεί άξιοι για να μείνουν αλησμόνητοι στις επόμενες γενιές, με τους νικητές σε μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις, και κυρίως τους Ολυμπιακούς Αγώνες, να έχουν προτεραιότητα.
Οι τελευταίοι μάλιστα αφιέρωναν μετά τη νίκη τους το άγαλμά τους στην Αλτι _ παράδοση που ανάγεται στον 6ο αι. π.Χ. _ ενώ αν είχαν νικήσει τρεις φορές αποτυπώνονταν στα αγάλματά τους τα ατομικά τους χαρακτηριστικά τους για να μείνουν στην αιωνιότητα.
Αν και κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα καθώς από τον συγκεκριμένο ανδριάντα έχει βρεθεί μόνο το κεφάλι _ και όχι η ενεπίγραφη βάση του _ δεν αποκλείεται να απεικονίζει τον περίφημο πυγμάχο Σάτυρο, γιο του Λυσιάνακτος από το γένος των Ιαμιδών με καταγωγή από την Ηλιδα, ο οποίος είχε νικήσει πέντε φορές σε αγώνες πυγμαχίας στα Νέμεα, δύο στα Πύθια (αγώνες στους Δελφούς) και δύο στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αν όντως το άγαλμα απεικονίζει τον Σάτυρο θα πρέπει να είναι έργο _ όπως μαρτυρεί ο περιηγητής Παυσανίας που επισκέφθηκε το Ιερό του Διός στην Ολυμπία τον 2ο αι. μ.Χ. _ του σπουδαίου Αθηναίου χαλκοπλάστη Σιλανίωνος _ καλλιτέχνη σύγχρονου του Λυσίππου _ που φημιζόταν για τους ανδριάντες του και κυρίως για τα πορτρέτα του. Στο χέρι του άλλωστε αποδίδονται πορτρέτα του Πλάτωνος και της Σαπφούς, καθώς και αγάλματα του Αχιλλέως και του Θησέως.
Αν όντως οι τελευταίες δύο διαδοχικές νίκες του Σατύρου στην Ολυμπία έγιναν το 344 και το 340 π.Χ. _ ή εναλλακτικά το 332 και 328 π.Χ. _ τότε είναι λογικό το έργο να είναι δημιουργία του Σιλανίωνος που έφτασε στο απόγειο της τέχνης του την περίοδο 328-325 π.Χ.