ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - TRANSLATION

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ

Βίκυ Καραντζά - Πολιτισμολόγος ( ΕΛΠ11 :Αθήνα 2009 )

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
            Η κορύφωση και η υλοποίηση των φιλελευθέρων  ιδεών του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού πραγματοποιείται από τον 18ο αιώνα  έως και τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι μεσαιωνικές αυτοκρατορίες που στηρίζονταν επί αιώνες στην εκμετάλλευση της ατομικής και πνευματικής καθυπόταξης των λαών, υποχωρούν και αφανίζονται μπροστά στην αναρρίχηση νέων κοινωνικών ομάδων ,προερχόμενων μέσα από τα μονοπάτια της βιομηχανικής επανάστασης. Η δημιουργία εθνικών κρατών, η αστικοποίηση των πληθυσμών, η εμφάνιση σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών ρευμάτων, η απαίτηση και η διεκδίκηση δικαιωμάτων που σχετίζονται με θέματα εργασίας ,ανεξιθρησκίας, ατομικών και πολιτικών ελευθεριών , ισότητας και ισονομίας, εκπαίδευσης και εξομάλυνσης των φυλετικών διακρίσεων, χαρακτηρίζουν το πολιτισμικό και πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι της περιόδου αυτής.
            Επηρεαζόμενοι από το άρμα του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού που παρέσυρε και λαούς εκτός των γνωστών γεωπολιτικών συνόρων , οι έλληνες της διασποράς δημιουργούν το  Νεοελληνικό Διαφωτισμό ,ως μέσο αφύπνισης και ξεσηκωμού των υπόδουλων μαζών, κυρίως δε των ελληνοφώνων, που βίωναν τα δεσμά ενός Οθωμανού κατακτητή , μίας συμπορευόμενης τοπικής αριστοκρατίας και ενός δεσποτικού ανώτατου ιερατείου. Η δύναμη των ιδεών αυτών θριάμβευσε στην επιτυχή έκβαση της επανάστασης του 1821 και ολοκληρώθηκε μέσω της σύστασης ανεξάρτητου ελληνικού κράτους ένδεκα χρόνια αργότερα.
            Το ερώτημα όμως που τίθεται και θα μας απασχολήσει είναι κατά πόσον οι φιλελεύθερες και δημοκρατικές αρχές που είχαν μεγαλουργήσει προεπαναστατικά και κατά τη διάρκεια της επανάστασης, κατάφεραν να παραμείνουν ή όχι σε ισχύ μέσα στο νέο πολιτειακό σχήμα. Επίσης θα εξεταστούν οι λόγοι που καθυστέρησαν σημαντικά τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών υπό το πρίσμα  της σύνθεσης του νεοελληνικού κοινωνικού δομήματος και των τροχοπεδών που έθεσε ο μονόδρομος του εθνικού προορισμού.


Η ΑΚΜΗ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ 19ΟΥ ΑΙΩΝΑ
            Ο πολιτικός φιλελευθερισμός  που ενέπνευσε την επανάσταση του 21, στηριζόταν στα πλαίσια του φιλελεύθερου εθνικισμού, μίας έννοιας που διέφερε ριζικά από τον μεταγενέστερο όρο του σωβινισμού . Αποτελούσε τη ριζοσπαστική ιδέα της κοινωνικής επανάστασης των κατώτερων και μεσαίων τάξεων, ενάντια στις παγιωμένες παραδοσιακές εξουσίες και στις  αρχές που πρέσβευαν. Πραγματικά, η κατάσταση που επικρατούσε στην κοινωνία της οθωμανικής επικράτειας του 19ου αιώνα, ήταν εξαιρετικά τραγική. Το σύνολο του πληθυσμού ,αγρότες κατά κύριο λόγο, είχαν να αντιμετωπίσουν την υπέρογκη φορολογία της Υψηλής Πύλης, τον αυταρχισμό και δωσιλογισμό των τοπικών φατριών αλλά και τη λαϊκιστική πολιτική  του ανώτερου κλήρου, η οποία στηριζόταν στα τεχνάσματα της δεισιδαιμονίας ,του προφητικού χιλιασμού και των αφορισμών.
            Ελευθέριες φωνές όπως των Ρ.Βελεστινλή και Α.Κοραή, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, μιλούν για ένα κράτος δικαίου απαλλαγμένο από οποιαδήποτε επικρατούσα θρησκεία, στηριγμένο στις αρχές της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού που δεν θα διαχώριζε τους πολίτες του ανάλογα με τη φυλετική τους καταγωγή αλλά θα τους θεωρούσε ίσους προς ίσους τόσο στα δικαιώματα όσο και στις υποχρεώσεις. Το 1806, η Ελληνική Νομαρχία, σε πιο έντονο και επικριτικό ύφος ,διακηρύσσει με πάθος τις ιδέες του Διαφωτισμού ακολουθώντας το ίδιο φιλελεύθερο πλουραλιστικό πνεύμα της ισονομίας και ισοπολιτείας. Φυσικά η αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας ήταν η αποκήρυξη τέτοιων «σατανικών» ιδεών που υποθετικά έθεταν σε πειρασμούς και κινδύνους τον αμαθή λαό ενώ παράλληλα είχε αρχίσει να διαχέεται έντονα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα ο φόβος της εξέγερσης του «άξεστου ραγιά» .
            Η μεγάλη κοινωνική ανατροπή που συντελέστηκε μέσω της Γαλλικής επανάστασης συγκλόνισε αποφασιστικά όχι μόνο τους έλληνες του εξωτερικού αλλά και τους γηγενείς ,στα μάτια των οποίων απογυμνώθηκαν οι «ελέω θεού» μονάρχες και το πολίτευμά τους, δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν ιδιότυπο συγκερασμό ιδεών του γαλλικού αστικού εθνικισμού και του ελληνικού τοπικισμού .  Η επανάσταση του 21 όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κιτρομηλίδης, «ήταν σε μεγάλο βαθμό μία αγροτική εξέγερση που διενεργήθηκε  μέσα σε έντονες κοινωνικές συγκρούσεις, με κορυφώσεις τους δύο εμφύλιους πολέμους στα 1823-1824» ενώ «αποτέλεσε την πρόκληση του Διαφωτισμού να περάσει από τη θεωρία στην πράξη»[1].
            Οι ιδέες του πολιτικού φιλελευθερισμού έτυχαν σπουδαίας εφαρμογής στη σύσταση των δύο πρώτων μεταεπαναστατικών  εθνικών Συνελεύσεων και της ψήφισης Συντάγματος που διασφάλιζε τη λειτουργία του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος. Δημιουργούνταν πλέον οι προϋποθέσεις ενός σύγχρονου δημοκρατικού ευρωπαϊκού κράτους, αποδεσμευμένου από τις αναχρονιστικές αντιλήψεις της Ανατολής και του  μητριαρχικού ρόλου της Κωνσταντινούπολης, βασιζομένου στα πολιτισμικά πρότυπα του Διαφωτισμού εμπνευσμένου από τον αρχαιοελληνικό κλασικισμό και στην πεποίθηση μίας ανεξάρτητης οικονομικοκοινωνικής και πολιτικής ανάπτυξης. Η πορεία όμως που ακολουθήθηκε ήταν εντελώς αντίστροφη με τα προσδοκώμενα. Ζητήματα που τέθηκαν και αφορούσαν την ίση ανακατανομή των πρώην οθωμανικών γαιοκτησιών , τον αλόγιστο εξωτερικό δανεισμό, την ανυπαρξία στοιχειώδους δημοσιονομικού προγράμματος , την ασφυξία των στενών συνόρων ,τη δράση τοπικών φατριών και παραστρατιωτικών ομάδων, είχαν ως αποτέλεσμα να οξύνουν εκ νέου τις κοινωνικές αναταραχές και διχόνοιες. Μπροστά στο άναρχο κλίμα και το σπαραγμό του εμφυλίου, το πολίτευμα ωθείται σε πιο συντηρητικά και απολυταρχικά πλαίσια. Οι φιλελεύθερες συνταγματικές αρχές υποχωρούν μεθοδευμένα στην αναγκαία δικτατορική διακυβέρνηση του Ι.Καποδίστρια και καταργούνται το 1832 με την εγκαθίδρυση «μοναρχικού πολιτεύματος κατά το πρότυπο της Γαλλικής Παλινόρθωσης»[2].
Παρόλη την σύντομη διάρκεια ζωής του πολιτικού φιλελευθερισμού και της μετάβασης στο ρομαντικό κλασικισμό της βαυαρικής μοναρχίας, το Πρότυπον Ελληνικό Βασίλειο κατάφερε να αποκτήσει έναν κρατικό και  δικαστικό  μηχανισμό όμοιο με εκείνο των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Η ίδρυση του πρώτου Πανεπιστημίου το 1837 αν και στόχευε στην παραγωγή στελεχών που θα πλαισίωναν τις δημόσιες υπηρεσίες, θα αποτελούσε τελικά «το ανώτατο διδακτήριο από το οποίο θα έβγαιναν οι δυνάμεις που θα ανέτρεπαν το πολιτικό κατεστημένο»[3], γεγονός που τεκμηριώνεται με τις πρώιμες φοιτητικές απαιτήσεις για Σύνταγμα και την κορύφωση των αντιδράσεων στα Σκιαδικά το 1859. Η επιρροή του φιλελευθερισμού όμως δεν σταμάτησε μόνο εκεί. Δυναμικοί εκπρόσωποί του όπως ο Θ.Φαρμακίδης επιτυγχάνουν το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος με ειδικό βασιλικό διάταγμα το 1832 αποτραβώντας την από την εξουσία του υποτελούς στην Πύλη Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης και επισφραγίζοντας οριστικά την κοσμική υπόσταση του ελληνικού κράτους. Πλήθος εντύπων, εφημερίδων και περιοδικών, καταγράφουν και διαδίδουν τα τεκταινόμενα στην Ευρώπη αποτελώντας πηγές σχολιασμού και αντιπαράθεσης των εγχώριων πολιτικών δρώμενων με τις όποιες συνέπειες. Φιλελεύθερες φωνές εξακολουθούν να διατρανώνουν με πάθος τα πιστεύω τους έστω αν τελικά κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν κατάσταση εξορίας , φυλάκισης ,θανατικής καταδίκης ή και αυτοκτονίας. Ο οραματιστής και αντιβασιλικός Α.Ρηγόπουλος για πρώτη φορά συλλαμβάνει την ιδέα της ευρωπαϊκής ένωσης των λαών και υποστηρίζει τη θεωρία της αρχής των κομμάτων .Το Βυζάντιο εξακολουθεί για τους εναπομείναντες διαφωτιστές ,να αποτελεί την κύρια πηγή των δεινών του έθνους χρησιμοποιώντας το ως ένα καλό παράδειγμα αποκήρυξης του υφιστάμενου μοναρχικού πολιτεύματος καθώς και της νέας τρισυπόστατης ιδεολογίας που προβαλλόταν τώρα και που δεν ήταν άλλη από την «ενότητα, τον προορισμό και τη θρησκευτική πίστη»[4].
Όμως όλα τα αναφερόμενα μπορούν να χαρακτηριστούν ως ένα μικρό και αμφιταλαντευόμενο βήμα προόδου. Άνθρωποι, υπέρμαχοι του φιλελευθερισμού πριν και κατά την επανάσταση, υποχωρούν και συμβιβάζονται με το παλαιό κατεστημένο. Η πελατειακή και εξαρτημένη από τις μεγάλες δυνάμεις λειτουργία των νέων πολιτικών κομμάτων, επαναφέρει την οθωμανική νοοτροπία της αλληλοεξυπηρέτησης βάσει ανταλλαγμάτων. Η παιδεία υποκύπτει στο γλωσσικό εξαρχαϊσμό και στην παροχή στείρας και παπαγαλίζουσας μάθησης ενώ ένα νέο κίνημα θρησκευτικού φονταμενταλισμού, προσπαθεί να  επαναφέρει το λαό στο δρόμο των εθνικιστικών και θρησκευτικών παραδόσεων, απαρνούμενο καθετί σύγχρονο και ριζοσπαστικό. Η ευπρόσδεκτη από τις προστάτιδες Δυνάμεις ελληνική μοναρχία χειραγωγεί το λαό μέσα από τα οράματα του αλυτρωτισμού και του μεγαλοϊδεατισμού. Το ονειρικά πλασμένο ουτοπικό περιβάλλον που προσφέρθηκε σε ένα λαό που διψούσε για ένα καλύτερο αύριο, εγκλώβισε την ελεύθερη πνευματική δημιουργία, καθυπόταξε την ατομική πρόοδο και κατήργησε όχι μόνο τον πολιτικό φιλελευθερισμό και την κοινωνική εξέλιξη αλλά παράλληλα απέτρεψε νέα πολιτικοκοινωνικά ρεύματα να αναδειχθούν και να ανθίσουν, όπως ακριβώς συνέβη με το σοσιαλισμό στην Ελλάδα του 19ου αιώνα.

Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΝ 19Ο ΑΙΩΝΑ
            Όσο καταφέραμε να εντοπίσουμε  τα στοιχεία του πολιτικού φιλελευθερισμού, τόσο δύσκολο θα καταστεί η εξεύρεση στοιχείων που αφορούν τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών την περίοδο εκείνη. Αυτό συμβαίνει επειδή το νεοελληνικό κράτος του 1832, δεν είχε να επιδείξει τίποτα άλλο πέρα από μία περιορισμένη και πλειοψηφικά μη προσοδοφόρα γεωγραφική έκταση που αναζητούσε απεγνωσμένα μέσα από το ένδοξο ιστορικό παρελθόν, να αναστήσει την χαμένη αίγλη και να εδραιωθεί ως ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Το αναχρονιστικό καμεραλιστικό σύστημα βασιζόταν κατά κύριο λόγο στον αγροτικό τομέα, ο οποίος μαστιζόταν από την υπερφορολόγηση , την εξαθλίωση και την κρατική ασυδοσία. Οι συνεχιζόμενες πολεμικές επιχειρήσεις , η ηρωοποιημένη ληστεία, η προσανατολισμένη κατώτερη εκπαίδευση, η σταδιακή απορρόφηση των διανοούμενων νέων σε κρατικά αξιώματα και η μετανάστευση, αποτελούσαν τα πανάκια της εκτόνωσης κοινωνικών αναβρασμών και αντιξοοτήτων. Οι μικρές οικογενειακές εμπορικές επιχειρήσεις και η έλλειψη βαριάς βιομηχανίας, δεν ήταν σε θέση να δημιουργήσουν εργατική τάξη ικανή να προβάλλει τις δικές της κοινωνικές διεκδικήσεις. Συγκεκριμένα «στα 1879, η εργατική τάξη ανερχόταν στο 8,11% του ενεργού πληθυσμού ενώ  εκτός  των άλλων χαρακτηριζόταν από έλλειψη ομοιογένειας»[5].
            Ένας άλλος βασικός παράγοντας που ανέστειλε τον ελληνικό σοσιαλισμό, αποτέλεσαν οι διακηρύξεις του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού που αναφέρονταν στην ειρηνική συνύπαρξη όλων των λαών μέσα από τα πλαίσια της κοινοκτημοσύνης και συνεργασίας, υπερασπίζοντας έτσι το αδιαίρετο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, μία θέση όμως που προσέκρουε στα συμφέροντα και τις προσδοκίες του ελληνικού εθνικισμού. Άλλωστε η διατύπωση παρόμοιων ιδεών έναντι των αρχών της Μεγάλης Ιδέας εντός της Ελλάδας, θεωρούνταν επικίνδυνες έως προδοτικές. Εκτός των άλλων η ανυπαρξία ενός καλά οργανωμένου αγροτικού κινήματος , στέρησε την εμπειρία για τη δημιουργία ενός συγκροτημένου σοσιαλιστικού κόμματος που θα μπορούσε να επηρεάσει τον πολιτικοκοινωνικό ρου.
Η πρώτη αναφορά στον όρο «σοσιαλισμός», γίνεται από τον παλαίμαχο διαφωτιστή Π.Σοφιανόπουλο το 1849 μέσα από την εφημερίδα του «Νέοι Καιροί». Οι σοσιαλιστικές δραστηριότητες των ριζοσπαστών επτανήσιων Ι.Μομφερράτου και Η.Ζερβού ,κατακερματίζονται το 1864 με το «διπλωματικό δώρο» της προσάρτησης των Ιονίων νήσων από το Αγγλικό στέμμα, προς το φίλο και φερέφωνο Ελληνικό Βασίλειο. Ένα μικρό ρεύμα αντιοθωνικών αξιωματικών,  φοιτητών αλλά και απλού λαού που κατετάγη στον γαριβαλδινό στρατό, συμμετείχε σε αντίστοιχα απελευθερωτικά κινήματα στον ελλαδικό χώρο όπως αυτό της αποκηρυγμένης από το επίσημο ελληνικό κράτος κρητικής εξέγερσης του 1866 και του Δομοκού το 1897. Η συμμετοχή ελλήνων αλλά και ξένων αναρχο-σοσιαλιστών εθελοντών, βασιζόταν αποκλειστικά στην ιδεολογία της λαϊκής επανάστασης, παρά ενός αμιγούς εθνικοαπαλευθερωτικού αγώνα. Μεμονωμένες εκδοτικές προσπάθειες, η ίδρυση της Δημοκρατικής Λέσχης των Αθηνών και οι σποραδικές εξεγέρσεις των αναρχο-σοσιαλιστών σε Πειραιά, Πάτρα και Πύργο, δεν ήταν ικανές από μόνες τους να συγκροτήσουν ένα ισχυρό σοσιαλιστικό μέτωπο αφού ελέγχονταν στενά από την αστυνομοκρατία της εποχής . Τέλος ,ενέργειες όπως του εκδότη της εφημερίδας «Μέλλον» Δ.Παπαθανασίου με ιδιαίτερες αναφορές στην Παρισινή Κομμούνα του 1871 και των Π.Πανά και Ρ.Χοϊδά, του πρώτου έλληνα σοσιαλιστή βουλευτή, αποτελούν τα αρχικά ψήγματα οργανωμένης προσπάθειας εδραίωσης αριστερής κοινοβουλευτικής ομάδας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μολονότι η επανάσταση του 1821 , γνήσιο κύημα του Διαφωτισμού, λειτούργησε ως φάρος ελπίδας για ένα λαό που αναζητούσε πέρα από την εθνική του ταυτότητα και υπόσταση την κοινωνική του ευημερία και ανάπτυξη σε ένα κράτος δικαιοσύνης και ίσων ευκαιριών όπως πρόσταζαν οι αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και της δημοκρατίας, βρέθηκε εκ νέου υποτελής στενών πελατειακών κομματικών και οικονομικών συμφερόντων και μίας επιβεβλημένης εκ των έξω μοναρχίας. Ο φιλελευθερισμός της πρώτης μεταεπαναστατικής δεκαετίας πρόλαβε να εκσυγχρονίσει μόνο κατά ένα μικρό βαθμό το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Η υποχώρησή του έναντι στον επεκτατικό εθνικισμό, στην αναζωπύρωση του θρησκευτικού ζηλωτισμού και του ουτοπικού οράματος μίας νεοελληνικής αυτοκρατορίας , στέρησε από την Ελλάδα την ευκαιρία να οδηγηθεί ολοκληρωτικά και έγκαιρα στο μονοπάτι  της οικονομικοκοινωνικής και πολιτικής εξέλιξης .
Από την άλλη πλευρά, ο εμβρυακός και ανίσχυρος σοσιαλισμός, δεν κατάφερε να προσδώσει την απαιτούμενη ποικιλόμορφη πνοή στο πολιτικοκοινωνικό ελληνικό σχήμα. Αντιθέτως επέτρεψε να οδηγηθεί η χώρα σε περισσότερο συντηρητικά και σωβινιστικά πλαίσια που εξαιτίας της απουσίας ενός ισχυρού αντιπάλου, ενέτειναν τα συναισθήματα τρόμου και αποστροφής σε οτιδήποτε σχετιζόταν με το σοσιαλισμό και το νεωτερισμό, παρακούοντας και εθελοτυφλώντας συστηματικά στους κινδύνους που προβάλλονταν από την παράφρονα εθνική πολιτική του μεγαλοϊδεατισμού. Μία αλόγιστη δηλαδή πολιτική κομμουνοφοβίας και εθνικισμού που οδήγησε στις ταπεινώσεις του 1897, στον όλεθρο του μικρασιατικού πολέμου το 1922, εν συνεχεία στη δικτατορία Μεταξά το 1936 , αργότερα στον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο του 1945 – 1949 και τέλος στη δικτατορία των Συνταγματαρχών του 1967-1974.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ





ΔΗΜΑΡΑΣ ΑΛΕΞΗΣ
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους- Ιδεολογική Υποδομή του Νέου Ελληνικού Κράτους, η Κληρονομιά των Περασμένων, οι Νέες Πραγματικότητες, οι Νέες Ανάγκες, εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977

ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ Μ. ΠΑΣΧΑΛΗΣ
Νεοελληνικός Διαφωτισμός- Οι πολιτικές και Κοινωνικές Ιδέες , μτφρ.Στέλλα Νικολούδη , εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ. , Αθήνα 1996

ΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας 18ος –20ος αιώνας - Οι Δυνατότητες Πρόσληψης του Μαρξισμού στην Ελλάδα το 19ο αιώνα, εκδόσεις Αντ. Ν.Σάκκουλα, Αθήνα 1991



[1] Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης , Νεοελληνικός Διαφωτισμός- Οι πολιτικές και Κοινωνικές Ιδέες , μτφρ.Στέλλα Νικολούδη , εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ. , Αθήνα 1996,  σελ. 466-467
[2] Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης , Νεοελληνικός Διαφωτισμός- Οι πολιτικές και Κοινωνικές Ιδέες , μτφρ.Στέλλα Νικολούδη , εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ. , Αθήνα 1996,  σελ.469
[3] Αλέξης Δημαράς, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους- Ιδεολογική Υποδομή του Νέου Ελληνικού Κράτους, η Κληρονομιά των Περασμένων, οι Νέες Πραγματικότητες, οι Νέες Ανάγκες, εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977, σελ. 464
[4] Αλέξης Δημαράς, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους- Ιδεολογική Υποδομή του Νέου Ελληνικού Κράτους, η Κληρονομιά των Περασμένων, οι Νέες Πραγματικότητες, οι Νέες Ανάγκες, εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977, σελ. 469
[5] Αντώνης Λιάκος, Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας 18ος –20ος αιώνας - Οι Δυνατότητες Πρόσληψης του Μαρξισμού στην Ελλάδα το 19ο αιώνα, εκδόσεις Αντ. Ν.Σάκκουλα, Αθήνα 1991, σελ. 408

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου